Ηθοποιοί: Shailene Woodley, Theo James, Miles Teller, Ansel Elgort, Kate Winslet, Naomi Watts, Octavia Spencer
Σκηνοθεσία: Robert Schwentke
Κατηγορία: Φαντασίας – Δράσης – Δράμα
Διάρκεια: 119 λεπτά
Σύνοψη
Το Η ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΙΣΗΣ: ΑΝΤΑΡΣΙΑ όπως μεταφράστηκε στα Ελληνικά αποτελεί το δεύτερο μέρος της επιτυχημένης σειράς ταινιών ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΙΣΗΣ και είναι βασισμένο στο αντίστοιχο βιβλίο-φαινόμενο που αποτελεί τη συνέχεια του αρχικού Η ΤΡΙΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΛΙΣΗΣ: ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΤΙΚΟΙ. Τα δύο βιβλία μαζί που έχουν κατακτήσει με χαρακτηριστική ευκολία την πρώτη θέση στη λίστα με τα πιο επιτυχημένα best sellers των New York Times, έχουν πουλήσει περισσότερα από 3 εκατομμύρια αντίτυπα και συγκαταλέγονται ανάμεσα στα πιο δημοφιλή e-books όλων των εποχών.
Όπως γνωρίζουμε ένα best seller δεν σημαίνει πως πάντα θα είναι και μια επιτυχημένη ταινία ειδικά μάλιστα αν πρόκειται για μια σειρά ταινιών ή ενός saga αν προτιμάτε. Όσοι έχουν διαβάσει αυτά τα βιβλία της Veronica Roth μας έχουν μιλήσει με τα καλύτερα λόγια αλλά εμείς δυστυχώς δεν είχαμε την ευκαιρία να το κάνουμε και ως εκ τούτου η εν λόγω κριτική είναι από κάποιον που έχει δει μόνο τις ταινίες, μέρος από αυτές και δεν γνωρίζει ούτε αν η μεταφορά είναι η καλύτερη δυνατή (αμφιβάλουμε) ούτε τι γίνεται στην συνέχεια της τριλογίας – Τετραλογίας μάλλον στην μεγάλη οθόνη μια υπάρχουν φήμες πως το τελευταίο βιβλίο θα χωριστεί σε 2 επιπλέον ταινίες και όχι μια.
Το ξεκίνημα της δεύτερης αυτής ταινίας μπορεί να σας προκαλέσει ένα ανεπαίσθητο χασμουρητό στην αρχή αλλά κάνει ένα μεγάλο μπαμ στο τέλος και σίγουρα θα θέλετε να δείτε την συνέχεια των ταινιών. Εδώ εστιάζεται και η ουσία της εν λόγω ταινίας που ναι είναι σκληρότερη και με περισσότερη δράση από την πρώτη αλλά στην ουσία είναι μια γέφυρα για το τι πρόκειται να ακολουθήσει στις επόμενες δύο ταινίες. Αυτό δεν είναι απαραίτητο κακό αλλά βάζει αυτόματα όρια στο που μπορούσε να φτάσει η εν λόγω ταινία.
Έχοντας μετατραπεί σε φυγάδες, η Τρις και ο Τέσσερα προσπαθούν να μείνουν κρυμμένοι, οργανώνοντας τον τρόπο αντίδρασής τους στην εξουσία της Τζανίν. Έχοντας όμως πάρει στα χέρια της ένα κουτί με σημαντικότατες, απόκρυφες πληροφορίες, εκείνη εξαπολύει ανθρωποκυνηγητό για να τους συλλάβει και μέσω αυτών να αποκωδικοποιήσει το μήνυμά του. Καθώς ο στρατός χτενίζει τα ερείπια της πόλης για να τους εντοπίσουν, η Τρις με τον Τέσσερα διασχίζουν την πόλη ελπίζοντας να βρουν συμμάχους. Παράλληλα η Τρις προσπαθεί να αποκαλύψει το μυστικό, για το οποίο θυσιάστηκαν οι γονείς και οι φίλοι της, το μυστικό που εξηγεί γιατί η Τζανίν δεν θα πάψει ποτέ να την κυνηγά. Αναζητώντας απεγνωσμένα έναν τρόπο για να μην προκαλέσει πόνο στους αγαπημένους της, η Τρις αντιμετωπίζει τους χειρότερους φόβους της σε μια σειρά σχεδόν αδύνατων προκλήσεων, καθώς επιδιώκει να ξεκλειδώσει την αλήθεια για το παρελθόν, και τελικά το μέλλον, του κόσμου της.
Η αλλαγή σκηνοθέτη σε σχέση με την πρώτη ταινία, πλέον έχουμε τον Robert Schwentke, μάλλον έκανε περισσότερο καλό παρά κακό στην σειρά ταινιών. Ο Schwentke που στο ενεργητικό του συναντάμε τα Flightplan, RED, και R.I.P.D. δίνει μια διαφορετική οπτική γωνία στις σκηνές δράσης και μια πιο καθαρή εικόνα στους θεατές. Θα θέλαμε είναι η αλήθεια περισσότερη δράση και έντονες σκηνές ειδικά στο δεύτερο μισό της ταινίας που η εξέλιξη κάνει μια κοιλιά. Ίσως αυτό είναι και το μεγάλο μείον της ταινίας δηλαδή το γεγονός πως δεν υπάρχει ένα σωστό πάντρεμα δράσης και πλοκής.
Το Insurgent μιλάει για ένα πολύ ενδιαφέρον και δυστυχώς τραγικά επίκαιρο θέμα (από μια άλλη οπτική γωνία βέβαια), ωστόσο δεν καταφέρνει να κάνει κάτι το αλληγορικό ή να μεταφέρει τα χρήσιμα μηνύματα (τα οποία όπως έχω πληροφορηθεί υπάρχουν μέσα στο βιβλίο), καθότι καταφεύγει σε φλύαρες φιλοσοφικές αναζητήσεις, οι οποίες εντέλει δεν οδηγούν πουθενά ή φαίνεται να μην οδηγούν πουθενά μιας και όπως είπαμε η ταινία αποτελεί γέφυρα για τις επόμενες.
Η Τρις πλέον μας παρουσιάζετε περισσότερη έμπειρη και πιο ώριμη στο ρόλο της πλέον, αναγνωρίζει το βάρος που έχει να σηκώσει στους ώμους της και, καθώς δίνει τις δικές της εσωτερικές μάχες, συνάμα ακροβατεί στο τεντωμένο σκοινί της θλίψης, της συγχώρεσης, της πίστης, της πολιτικής αλλά και της αγάπης. Η ερμηνεία της από την Shailene Woodley κρίνεται άκρως ικανοποιητική και δεν έχουμε κανένα παράπονο από την νεαρή ηθοποιό που με βάση το σενάριο προσπαθεί να δώσει τον καλύτερο εαυτό της. Στο πλευρό της ο Τέσσερα (Theo James) τα καταφέρνει μια χαρά και η δική του ερμηνεία είναι ικανοποιητική και σταθερή για τα δεδομένα της ταινίας που τον θέλει περισσότερο στήριγμα στην Τρις αυτή την φορά. Το ζευγάρι παρουσιάζεται πλέον δεμένο, έχοντας αποκτήσει τη σχετική οικειότητα ενός ερωτευμένου διδύμου με τους ηθοποιούς να μεταδίδουν αυτό το γεγονός χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα ή υπερβολές (ευτυχώς!!).
Και αν οι χαρακτήρες τον πρωταγωνιστών σε αυτή την δεύτερη ταινία εξελίσσονται δυστυχώς δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για τους υπόλοιπους παλαιούς και νέους. Για παράδειγμα η εξέλιξη του χαρακτήρα του αδελφού της Τρις, Κέιλεμπ (Ansel Elgort) θα σας φανεί άτσαλη, αιφνίδια και άκρως αψυχολόγητη. Για παράδειγμα ενώ ο Κέιλεμπ θα κληθεί να σκοτώσει έναν άνθρωπο και μάλιστα με βάρβαρο τρόπο η έλλειψη αίματος και εμφάνιση πτώματος – είπαμε η ταινία απευθύνεται και σε νεανικό κοινό, δεν δικαιολογεί την αλλαγή στην ψυχοσύνθεση του που βλέπουμε στην συνέχεια και από το πουθενά. Η σχέση επίσης του Τέσσερα με τον πατέρα του είναι ακόμη μια περιοχή που η εν λόγω ταινία αποφασίζει να μην ασχοληθεί και είναι πραγματικά κρίμα μιας και σε αυτή κρύβεται επίσης ένα μεγάλο δράμα.
Το βαρύ πυροβολικό της ταινίας Kate Winslet και Naomi Watts παρουσιάζουν με ευκολία τους χαρακτήρες τους αλλά και εδώ θα προτιμούσαμε το σενάριο να επιτρέψει σε αυτές τις δύο αντικειμενικά άριστες ηθοποιούς να ξεδιπλώσουν ακόμη περισσότερο το ταλέντο τους και ειδικά σε ότι έχει να κάνει με την δραματική πλευρά της ιστορίας.
Συμπέρασμα
Σίγουρα η δεύτερη αυτή ταινία όπως και η πρώτη θα φέρει στο μυαλό σας τα “The Giver”, “The Maze Runner” και το “The Host” ενώ για ακόμη μια φορά θα την συγκρίνετε με το “Hunger Games”. To γεγονός πως η ταινία είναι μια γέφυρα για τις επόμενες που θα ακολουθήσουν την περιορίζει αισθητά ενώ περιορισμούς έχει και από το γεγονός πως θέλει να απευθυνθεί και σε ένα νεανικό κοινό κατά βάση. Αν στην ταινία αυτή είχαμε έντονα τα στοιχεία της βίας, για πόλεμο μιλάμε εξάλλου και μάλιστα εμφύλιο, και αίματος τότε η δράση πραγματικά θα απογειωνόταν το ίδιο και οι θεατές που θα την βλέπανε. Τα εντυπωσιακά ψηφιακά εφέ σε ορισμένα σημεία, τα έντονα ψυχολογικά διλήμματα και μια ενδιαφέρουσα τριπλή θηλυκή αντιπαράθεση εξουσίας που όμως θα την θέλαμε πολύ πιο δυνατή κάνουν το Insurgent μια ευχάριστη ταινία δράσης που ούτε θα σας ξεσηκώσει αλλά ούτε και θα την βαρεθείτε.
Συμπερασματικά οι δημιουργοί της ταινίας παίρνουν καλό βαθμό στα ντεκόρ και στα εφέ και η σκηνοθεσία είναι αρκετά καλή, χωρίς να υπάρχουν απαιτήσεις για τις ερμηνείες και την εμβάθυνση των χαρακτήρων κάτι που ειλικρινά θα το θέλαμε πολύ ενώ η Shailene Woodley για ακόμη μια φορά δείχνει γιατί πολλοί την θεωρούν ένα νέο δυνατό χαρτί του Hollywood.